Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951) γεννήθηκε στο Φανάρι, πρωτότοκος γιος του ζακύνθιου πρώην στρατιωτικού και εμπόρου Διονυσίου Ξενόπουλου με καταγωγή από την Πελοπόννησο και της πολίτισσας Ευθαλίας Θωμά. Σε βρεφική ηλικία εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Ζάκυνθο. Εκεί η οικογένειά του απέκτησε πέντε ακόμη παιδιά, τέσσερα κορίτσια και ένα αγόρι. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Ζάκυνθο με σημαντική βοήθεια από τη μητέρα του και στη συνέχεια έφυγε για σπουδές στην Αθήνα, όπου και παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του.
Στην Αθήνα παρακολούθησε πανεπιστημιακά μαθήματα Φυσικομαθηματικών Επιστημών, Βιολογίας, Φιλοσοφίας και Φιλολογίας, ενώ επιδόθηκε επίσης στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Η πρώτη του παρουσία στα γράμματα πραγματοποιήθηκε το 1879 από τις στήλες του περιοδικού Η Διάπλασις των παίδων. Το 1884 υπέβαλε το διήγημα Του Ελληνικού αγώνος το τριακοσιάδραχμον έπαθλον στο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Εστίας. Το έργο αποκλείστηκε λόγω του σατιρικού χαρακτήρα του και τον επόμενο χρόνο ο Ξενόπουλος δημοσίευσε το πρώτο του αισθητικό δοκίμιο με τίτλο Περί Κάλλους στο Αττικόν Ημερολόγιον του Ειρηναίου Ασώπιου. Το 1884 έγραψε το πρωτόλειο ρομαντικής υφής μυθιστόρημα Ο άνθρωπος του κόσμου. Αθηναϊκή μυθιστορία. Από το 1890-1910 υπήρξε μέλος της Σοσιαλιστικής Νεολαίας και ένθερμος οπαδός του Πλάτωνα Δρακούλη. Το 1893 έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους με τη νουβέλα Μαργαρίτα Στέφα, γραμμένη στην καθαρεύουσα (το τελευταίο έργο του πριν τη χρησιμοποίηση της δημοτικής στα κείμενά του). Δύο χρόνια αργότερα πραγματοποιήθηκε η πρώτη εμφάνισή του στο θεατρικό χώρο με δύο έργα που παραστάθηκαν από το θίασο του Παναγή Λεκατσά, τον Ψυχοπατέρα και τον Τρίτο.
Έτσι στα τέλη του προηγούμενου αιώνα ο Ξενόπουλος είχε περάσει στην επαγγελματική συγγραφική δραστηριότητα σε ποικίλα είδη του πεζού λόγου (μυθιστόρημα, διήγημα, νουβέλα, παιδική λογοτεχνία, θέατρο, χρονογράφημα, δοκίμιο, κριτική). Συνεργάστηκε με πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες της εποχής (Ραμπαγάς, Εβδομάς, Εικονογραφημένη Εστία, Παναθήναια, Καθημερινή, Εστία και κυρίως με το περιοδικό Διάπλασις των παίδων, στο οποίο αρθρογραφούσε επί πενήντα χρόνια στην τακτική στήλη του με το ψευδώνυμο Φαίδων), ενώ υπήρξε ιδρυτής της Νέας Εστίας (1927) στην οποία παρέμεινε διευθυντής ως το 1934, συνιδρυτής (μαζί με τους Καζαντζάκη, Παλαμά και Σικελιανό) της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1934) και διευθυντής της Εικονογραφημένης Εστίας κατά τη διετία 1894-1895. Το 1894 παντρεύτηκε την Ευφροσύνη Αχιλ. Διογενίδη, με την οποία απέκτησε μια κόρη τη Λεονή, ο γάμος του όμως διαλύθηκε ένα χρόνο αργότερα. Το 1906 αρραβωνιάστηκε την Χριστίνα Κανελλοπούλου, με την οποία παντρεύτηκε το 1901 και απέκτησε δυο κόρες, την Κάκια και τη Λουλού. Το 1912 τιμήθηκε με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος, το 1923 με το Εθνικό Αριστείο των Γραμμάτων και των Τεχνών και το 1932 έγινε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής έδρασε στα πλαίσια του Ε.Α.Μ. και το 1944 άγνωστοι ανατίναξαν το σπίτι του στην οδό Ευριπίδου με αποτέλεσμα να χαθεί το τεράστιο αρχείο του. Μετά το 1947 αντιμετώπισε έντονες οικονομικές δυσκολίες. Πέθανε το 1951 σε ηλικία 84 χρόνων.
Το λογοτεχνικό έργο του τοποθετείται στην ανανεωτική τάση της πεζογραφίας που αντιτάχθηκε στη γενιά του 1880. Ως πεζογράφος ο Ξενόπουλος ξεκίνησε από το χώρο της ηθογραφίας και πέρασε γρήγορα στο ρεαλιστικό (και αργότερα νατουραλιστικό) αστικό μυθιστόρημα με στοιχεία κοινωνικού προβληματισμού, το οποίο υποστήριξε και θεωρητικά, με έντονες επιρροές από το έργο των Ονορέ ντε Μπαλζάκ και Εμίλ Ζολά. Σημειώνονται εδώ μυθιστορήματά του Ο κόκκινος βράχος, Λάουρα, Η Αναδυομένη, Πλούσιοι και Φτωχοί και Τίμιοι και άτιμοι. Άξια λόγου είναι επίσης η κριτική δραστηριότητά του, στην οποία συμπορεύτηκε με τον Κωστή Παλαμά προς την ανανέωση του κριτικού λόγου, την προβολή της σύγχρονής του λογοτεχνικής παραγωγής και την αποκατάσταση της παλιότερης.
Η γλώσσα του στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του είναι η απλή δημοτική, η οποία βοήθησε στην προώθηση της φυσικότητας των διαλόγων στα έργα του, φυσικότητας που μαζί με την τεχνική αρτιότητα αποτέλεσαν τα βασικά προτερήματα της γραφής του. Εξάλλου στην τεράστια σε όγκο δραματική παραγωγή του κυριαρχούν επιρροές από τον Ίψεν και το αστικό και νατουραλιστικό γαλλικό θέατρο, καθώς επίσης ρομαντικά και μελοδραματικά στοιχεία, ενώ αξιοσημείωτη είναι η θεατρικότητα της γραφής του και η φροντισμένη ψυχογραφική προσέγγιση των ηρώων του. Σημαντική υπήρξε η συνεργασία του με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου με το Μυστικό της Κοντέσσας Βαλέραινας το 1904, παράσταση-ορόσημο στην προσπάθεια ανανέωσης της ελληνικής θεατρικής πρακτικής (που είχε ξεκινήσει το 1895 με την παράσταση του Ψυχοπατέρα). Από τα θεατρικά του έργα αναφέρουμε επίσης ενδεικτικά τη Στέλλα Βιολάντη, τη Φωτεινή Σάντρη, τη Ραχήλ, το Ψυχοσάββατο, τον Πειρασμό και τον Ποπολάρο.
Πηγή: Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
Διηγήματα:
Πολύ καλό!
Thanks and good blog.